Σε βασική προτεραιότητα για τις διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας της ανακεφαλαιοποίησης αναδεικνύεται η αναμόρφωση των πηγών χρηματοδότησής τους και η γενικότερη μείωση του κόστους άντλησης ρευστότητας.
Λόγω της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους και της πολιτικής αβεβαιότητας που προκάλεσε η διπλή εκλογική αναμέτρηση την περυσινή χρονιά, τα πιστωτικά ιδρύματα βρέθηκαν με «άνοιγμα» άνω των 130 δισ. ευρώ προς το Ευρωσύστημα, ενώ την ίδια στιγμή έφτασαν να δανείζονται από τους καταθέτες με επιτόκια άνω του 5%, επίπεδα που δεν θεωρούνται βιώσιμα για τον κλάδο.
Η αύξηση των δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας πάνω από τα ελάχιστα επιτρεπτά όρια, με αυξημένη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στις εκδόσεις νέων μετοχών που ολοκληρώθηκαν τον περασμένο Ιούνιο, και η επαναφορά σε τροχιά του προγράμματος οικονομικής πολιτικής της χώρας μας, η οποία διασφάλισε απρόσκοπτη εκταμίευση των δόσεων της βοήθειας από την τρόικα, άνοιξαν τον δρόμο για έξοδο από το καθεστώς έκτακτης ανάγκης. Προς την κατεύθυνση εξομάλυνσης της κατάστασης συμβάλλουν οι ακόλουθοι παράγοντες:
1) Μείωση δανεισμού από τον ELA
Το 2013 οι μεγαλύτερες ελληνικές τράπεζες έχουν καταφέρει να περιορίσουν κατακόρυφα τη χρηματοδότησή τους από τον έκτακτο μηχανισμό στήριξης της Τράπεζας της Ελλάδος (ELA - Emergency Liquidity Assistance), που θεωρείται ακριβός λόγω του «καπέλου» που επιβάλλεται επί του βασικού επιτοκίου του ευρώ, αυξάνοντας το ετήσιο κόστος χρήσης του στο 2,75%.
Σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, ο δανεισμός μέσω του ELA υποχώρησε στο τέλος Ιουνίου σε 20,8 δισ. ευρώ, χαμηλότερα κατά περίπου 100 δισ. ευρώ σε σχέση με μερικούς μήνες νωρίτερα. Ο αποκλεισμός των τραπεζών τόσο από τις αγορές όσο και από τις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) οδήγησε τα επίπεδα αυτής της έκτακτης μορφής δανεισμού σε ιστορικά υψηλά. Μόνο από την αντικατάσταση 50 δισ. ευρώ του ELA με δανεισμό απευθείας από την Ευρωτράπεζα οι τράπεζες έχουν εξοικονομήσει συνολικά πάνω από 1 δισ. ευρώ σε ετησιοποιημένη βάση.
2) Επιστροφή καταθέσεων
Μεγάλη συμβολή στη μείωση της χρηματοδότησης από το Ευρωσύστημα είχε η επιστροφή καταθέσεων στις ελληνικές τράπεζες μετά τις τελευταίες εκλογές. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, οι συνολικές καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα στα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα διαμορφώθηκαν στο τέλος Ιουνίου σε 162,65 δισ. ευρώ. Από τα μέσα Ιουνίου 2012 υπολογίζεται ότι έχουν επιστρέψει στο τραπεζικό σύστημα 16 δισ. ευρώ (+12,1 δισ. ευρώ από το τέλος Ιουνίου 2012). Με τον τρόπο αυτόν υπερκαλύφθηκε η εκροή καταθέσεων που παρατηρήθηκε μεταξύ των εκλογών της 6ης Μαΐου και της 17ης Ιουνίου 2012, η οποία ανήλθε σε 11,4 δισ. ευρώ.
3) Μείωση επιτοκίων
Η ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης και η συγκέντρωση στον κλάδο μέσω των συγχωνεύσεων έδωσαν τη δυνατότητα στις τράπεζες να περικόψουν σημαντικά τα επιτόκια των προθεσμιακών λογαριασμών, τα οποία το 2012 είχαν διαμορφωθεί σε επίπεδα ρεκόρ μετά την είσοδο της χώρας στην ευρωζώνη. Πλέον, για νέες προθεσμιακές καταθέσεις τα επιτόκια κινούνται μεταξύ 3% και 3,5% έναντι 5% πριν από μερικούς μήνες, ενώ με βάση τις εκτιμήσεις των τραπεζών η πτωτική πορεία των αποδόσεων θα συνεχιστεί και τους επόμενους μήνες. Για κάθε 1% που υποχωρούν τα επιτόκια, εκτιμάται ότι το σύστημα εξοικονομεί από τόκους περί το 1 δισ. ευρώ.
Λόγω της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους και της πολιτικής αβεβαιότητας που προκάλεσε η διπλή εκλογική αναμέτρηση την περυσινή χρονιά, τα πιστωτικά ιδρύματα βρέθηκαν με «άνοιγμα» άνω των 130 δισ. ευρώ προς το Ευρωσύστημα, ενώ την ίδια στιγμή έφτασαν να δανείζονται από τους καταθέτες με επιτόκια άνω του 5%, επίπεδα που δεν θεωρούνται βιώσιμα για τον κλάδο.
Η αύξηση των δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας πάνω από τα ελάχιστα επιτρεπτά όρια, με αυξημένη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στις εκδόσεις νέων μετοχών που ολοκληρώθηκαν τον περασμένο Ιούνιο, και η επαναφορά σε τροχιά του προγράμματος οικονομικής πολιτικής της χώρας μας, η οποία διασφάλισε απρόσκοπτη εκταμίευση των δόσεων της βοήθειας από την τρόικα, άνοιξαν τον δρόμο για έξοδο από το καθεστώς έκτακτης ανάγκης. Προς την κατεύθυνση εξομάλυνσης της κατάστασης συμβάλλουν οι ακόλουθοι παράγοντες:
1) Μείωση δανεισμού από τον ELA
Το 2013 οι μεγαλύτερες ελληνικές τράπεζες έχουν καταφέρει να περιορίσουν κατακόρυφα τη χρηματοδότησή τους από τον έκτακτο μηχανισμό στήριξης της Τράπεζας της Ελλάδος (ELA - Emergency Liquidity Assistance), που θεωρείται ακριβός λόγω του «καπέλου» που επιβάλλεται επί του βασικού επιτοκίου του ευρώ, αυξάνοντας το ετήσιο κόστος χρήσης του στο 2,75%.
Σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, ο δανεισμός μέσω του ELA υποχώρησε στο τέλος Ιουνίου σε 20,8 δισ. ευρώ, χαμηλότερα κατά περίπου 100 δισ. ευρώ σε σχέση με μερικούς μήνες νωρίτερα. Ο αποκλεισμός των τραπεζών τόσο από τις αγορές όσο και από τις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) οδήγησε τα επίπεδα αυτής της έκτακτης μορφής δανεισμού σε ιστορικά υψηλά. Μόνο από την αντικατάσταση 50 δισ. ευρώ του ELA με δανεισμό απευθείας από την Ευρωτράπεζα οι τράπεζες έχουν εξοικονομήσει συνολικά πάνω από 1 δισ. ευρώ σε ετησιοποιημένη βάση.
2) Επιστροφή καταθέσεων
Μεγάλη συμβολή στη μείωση της χρηματοδότησης από το Ευρωσύστημα είχε η επιστροφή καταθέσεων στις ελληνικές τράπεζες μετά τις τελευταίες εκλογές. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, οι συνολικές καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα στα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα διαμορφώθηκαν στο τέλος Ιουνίου σε 162,65 δισ. ευρώ. Από τα μέσα Ιουνίου 2012 υπολογίζεται ότι έχουν επιστρέψει στο τραπεζικό σύστημα 16 δισ. ευρώ (+12,1 δισ. ευρώ από το τέλος Ιουνίου 2012). Με τον τρόπο αυτόν υπερκαλύφθηκε η εκροή καταθέσεων που παρατηρήθηκε μεταξύ των εκλογών της 6ης Μαΐου και της 17ης Ιουνίου 2012, η οποία ανήλθε σε 11,4 δισ. ευρώ.
3) Μείωση επιτοκίων
Η ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης και η συγκέντρωση στον κλάδο μέσω των συγχωνεύσεων έδωσαν τη δυνατότητα στις τράπεζες να περικόψουν σημαντικά τα επιτόκια των προθεσμιακών λογαριασμών, τα οποία το 2012 είχαν διαμορφωθεί σε επίπεδα ρεκόρ μετά την είσοδο της χώρας στην ευρωζώνη. Πλέον, για νέες προθεσμιακές καταθέσεις τα επιτόκια κινούνται μεταξύ 3% και 3,5% έναντι 5% πριν από μερικούς μήνες, ενώ με βάση τις εκτιμήσεις των τραπεζών η πτωτική πορεία των αποδόσεων θα συνεχιστεί και τους επόμενους μήνες. Για κάθε 1% που υποχωρούν τα επιτόκια, εκτιμάται ότι το σύστημα εξοικονομεί από τόκους περί το 1 δισ. ευρώ.