Συνολικά η εμπειρία του ΔΝΤ στην Ευρωζώνη και στην Ελλάδα ειδικότερα «αποκαλύπτει τα προβλήματα που παρουσιάζουν τα προγράμματα που υποστηρίζει το Ταμείο όταν η βιωσιμότητα του χρέους δεν είναι εξασφαλισμένη εκ των προτέρων» αναφέρει έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, αναγνωρίζοντας εμμέσως ότι η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους ήταν απαραίτητη από το 2010.
Αναφορικά με την αναδιάρθρωση του χρέους, η έκθεση αναφέρει ότι δεν πραγματοποιήθηκε λόγω του φόβου διάχυσης της κρίσης και της έλλειψης διχτυών προστασίας (firewalls) που να προστατεύουν τα υπόλοιπα μέλη της ευρωζώνης. Η πρόνοια της «συστημικής εξαίρεσης» προστέθηκε προκειμένου να παρακαμφθεί η απαίτηση που πηγάζει από το καταστατικό του Ταμείου περί βιωσιμότητας του χρέους.
«Όταν έγινε τελικά η αναδιάρθρωση του χρέους, αυτή ήρθε πολύ αργά και ήταν πολύ λίγη. Όταν τελικά αποφασίσθηκε η αναδιάρθρωση του χρέους του ιδιωτικού τομέα (PSI) το 'κούρεμα' ήταν μεγάλο για τους πιστωτές σε σύγκριση με άλλες περιπτώσεις, αλλά την ίδια στιγμή είχαν αυξηθεί και οι πιθανότητες να αποδειχθεί ανεπαρκές για να αποκαταστήσει τη βιωσιμότητα του χρέους» αναφέρει η έκθεση του ΔΝΤ.
Για τα προγράμματα του 2010 επί κυβέρνησης Παπανδρέου και του 2012 επί κυβέρνησης Παπαδήμου, το ΔΝΤ παραδέχεται ότι επιδιώχθηκε η εσωτερική υποτίμηση μέσω των μεταρρυθμίσεων στις αγορές εργασίας και προϊόντων. Για το σκοπό αυτό αποφασίστηκαν μέτρα όπως η μείωση των ονομαστικών μισθών και επιδομάτων στο Δημόσιο, η μείωση των κατώτατων αποδοχών, η μεταρρύθμιση του συστήματος συλλογικών διαπραγματεύσεων, η προώθηση των αποκρατικοποιήσεων, η μείωση της γραφειοκρατίας και η προώθηση του ανταγωνισμού.