Έντεκα μήνες μετά την εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ και την ανάληψη της εκτελεστικής εξουσίας από την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, τα υπουργεία Οικονομικών και Οικονομίας δεν έχουν κάνει απολύτως τίποτε προκειμένου η Siemens, η οποία αγνοεί την συμβατική της υποχρέωση να προχωρήσει σε επένδυση ύψους 60 εκατ. ευρώ για την δημιουργία παραγωγικής μονάδας 700 θέσεων εργασίας, να εφαρμόσει την συμφωνία, όπως προβλέπεται από την σύμβαση εξωδικαστικού συμβιβασμού του 2012.
Η υπόθεση της σύμβασης μεταξύ του ελληνικού δημοσίου και της Siemens, η οποία υπεγράφη το 2012, όμως εφαρμόζεται κατά το ήμισυ, επανέρχεται, καθώς η Βουλή ανοίγει ξανά τον φάκελο της εταιρίας και καλεί σήμερα τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας και πρώην υπουργό Οικονομικών της κυβέρνησης του Αντώνη Σαμαρά, Γιάννη Στουρνάρα, για εξέταση στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας.
Η υπόθεση της δημιουργίας παραγωγικής μονάδας της Siemens στην Ελλάδα είναι μία πονεμένη ιστορία. Μετά από δύο χρόνια συνομιλιών, διαπραγματεύσεων και κωλυσιεργιών από την πλευρά της εταιρίας, τον Οκτώβριο του 2014 η Επιτροπή Επενδύσεων της σύμβασης απέρριψε την πρόταση της Siemens για δημιουργία «Παγκόσμιου Κέντρου Αριστείας» για το βιομηχανικό λογισμικό της εταιρείας -όπως είχε προτείνει η ίδια τον Μάρτιο του 2014- και εισηγήθηκε στην Επιτροπή Εποπτείας την καταγγελία της σύμβασης, καθώς το επενδυτικό σχέδιο που παρουσίασε η Siemens απείχε παρασάγγας από τις νόμιμες δεσμεύσεις της.
Δεσμεύτηκαν για την επένδυση την ώρα που την ακύρωναν
Στο μεταξύ, από έγγραφα της εταιρείας που αποκάλυψε «Το Βήμα» προ μηνών, προκύπτει ότι η συγκεκριμένη επένδυση αφορούσε τη συγκέντρωση όλων των δραστηριοτήτων της Bosch-Siemens (της κοινοπραξίας των ομώνυμων εταιρειών που κατασκευάζει λευκές συσκευές) στην Αττική σε νέο εργοστάσιο και χώρο εργασίας.
Μάλιστα, το επενδυτικό σχέδιο είχε πρωτοανακοινωθεί στους εργαζομένους της εταιρείας το 2009 και είχε ενταχθεί στη Συλλογική Σύμβαση Εργασίας που υπέγραψαν τον Απρίλιο του 2011. Το εργοστάσιο θα έφτανε σε παραγωγή 300.000 συσκευών ανά έτος, θα απασχολούσε 700 άτομα (400 στο εργοστάσιο, 140 στην εξυπηρέτηση πελατών, 120 στις πωλήσεις και 40 σε logistics) και θα είχε κόστος επένδυσης 60 εκατ. ευρώ.
Ωστόσο, τον Νοέμβριο του 2011, την ώρα δηλαδή που η Siemens διαπραγματευόταν με την Αθήνα την εξωδικαστική σύμβαση, η εταιρεία ανακοίνωσε εσωτερικά ότι «λόγω της δυσμενούς οικονομικής κατάστασης στην Ελλάδα αποφασίστηκε να παγώσει το έργο της μετεγκατάστασης».
«Αντ' αυτού, πρόκειται να ανασχεδιαστεί το υφιστάμενο εργοστάσιο για να μπορέσει να εκπληρώσει τις μελλοντικές ανάγκες της παραγωγής» σημείωνε. Ωστόσο, το σχέδιο δεν προχώρησε, παρόλο που η Siemens δεσμεύτηκε το 2012 να το πράξει, όταν υπέγραφε την σύμβαση μαζί με τον κ. Στουρνάρα.
«Παραφωνίες» του υπουργείου Οικονομικών
Η Επιτροπή Επενδύσεων, στο μεταξύ, είχε ενημερώσει τον τότε υπουργό Οικονομικών για την απροθυμία της εταιρίας να προχωρήσει στην εφαρμογή της σύμβασης και ζήτησε από τον κ. Στουρνάρα να προχωρήσει σε δήλωση διαμαρτυρίας κατά της εταιρίας. Ωστόσο, ο πρώην υπουργός Οικονομικών απέφυγε να λάβει αποφάσεις και προώθησε το προτεινόμενο σχέδιο στο Invest in Greece για αξιολόγηση - παρόλο που εκπρόσωπος του φορέα συμμετείχε στην Επιτροπή Επενδύσεων.
Ο ανασχηματισμός του 2014 έφερε στη θέση του υπουργού Οικονομικών τον Γκίκα Χαρδούβελη, ο οποίος προχώρησε σε διπλό «αυτογκόλ», καθώς την ώρα που η Επιτροπή Επενδύσεων τερμάτιζε τις εργασίες της ζητώντας την καταγγελία της σύμβασης, ο τότε υπουργός δήλωνε στη Βουλή ότι οι εργασίες της Επιτροπής συνεχίζονται κανονικά, και μάλιστα αναμένει από την εταιρεία να καταθέσει το επενδυτικό της σχέδιο, ενώ στη συνέχεια λίγες μόλις ημέρες πριν τις εκλογές απέστειλε ερώτημα στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, αμφισβητώντας μονομερώς την ιστορική δέσμευση της Siemens να επενδύσει στην Ελλάδα.
Μάλιστα, σε έγγραφο του υπουργείου Οικονομικών σημειωνόταν ότι «κατά την επεξεργασία του προτεινόμενου σχεδίου επένδυσης της Siemens από την Επιτροπή Επενδύσεως, εκφράστηκαν αμφιβολίες περί της ερμηνείας» του σχετικού όρου της συμφωνίας, την ώρα βέβαια, που σύμφωνα με τα επίσημα πρακτικά, τα οποία αποκάλυψε «Το Βήμα», ουδέποτε ειπώθηκε κάτι τέτοιο από την Επιτροπή.
Η εμπλοκή του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους
Το ερώτημα του κ. Χαρδούβελη ήταν εάν από τη σύμβαση απορρέει η υποχρέωση της εταιρείας για την πραγματοποίηση επενδύσεων διαφόρων τύπων και μορφών στην Ελλάδα, παρά το ότι επί δύο χρόνια η Επιτροπή Επενδύσεων που συστάθηκε σε εφαρμογή της συμφωνίας εξέταζε προτάσεις για επένδυση της εταιρείας στην Ελλάδα.
Και σε καταφατική περίπτωση, συνέχιζε, αν πρέπει η επένδυση αυτή να είναι νέο εργοστάσιο παραγωγής και ειδικότερα ένα έργο αξίας άνω των 60 εκατ. ευρώ που θα οδηγήσει στην απασχόληση άνω των 700 ατόμων ή μπορεί να είναι «κάποιας άλλης μορφής επένδυση».
Όταν οι εκλογές της 25ης Ιανουαρίου 2015 έφεραν την κυβέρνηση του κ. Τσίπρα, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, κατά την πάγια τακτική του, επέστρεψε το ερώτημα στο υπουργείο Οικονομικών, ζητώντας επιβεβαίωση προκειμένου να ξεκινήσει την νομική του επεξεργασία.
Τα μπρος - πίσω του κ. Βαρουφάκη
Ο τότε υπουργός Οικονομικών, Γιάννης Βαρουφάκης ουδέποτε απάντησε στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους κι ενώ αρχικά είχε καταγγείλει δημόσια την σύμβαση ως επιζήμια για τα συμφέροντα της χώρας, προχώρησε σε αναδίπλωση, επικαλούμενος το επιχείρημα ότι καθώς η εκταμίευση της χρηματοδότησης της Siemens έχει ξεκινήσει και δεσμεύει το Ελληνικό Δημόσιο, εάν η Αθήνα καταργούσε τη συμφωνία, θα καλούνταν να επιστρέψει χρήματα στη Siemens, «το οποίο θα ήταν εν μέσω της σημερινής οικονομικής συγκυρίας ιδιαίτερα περίεργο και προκλητικό».
Στη συνέχεια, με την ανάληψη του υπουργείου Οικονομικών από τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, το θέμα της επένδυσης παραπέμφθηκε στις ελληνικές καλένδες κι έκτοτε η τύχη του αγνοείται.
Στο μεταξύ, η τότε πρόεδρος της Βουλής, Ζωή Κωνσταντοπούλου άνοιξε εκ νέου τον φάκελο της Siemens, ζητώντας την καταγγελία της συμφωνίας, όμως η διάλυση της Βουλής ανέστειλε τις διερευνητικές διαδικασίες.
Έτσι, σχεδόν τρεισήμισι χρόνια μετά την επίμαχη υπογραφή μεταξύ Αθήνας και Μονάχου, η συμφωνία παραμένει στον αέρα, καθώς ούτε η επένδυση έχει προχωρήσει ούτε τα προγράμματα για την καταπολέμηση της διαφθοράς, που προέβλεπε, έχουν εφαρμοστεί.
Τι εφαρμόστηκε και τι όχι
Σύμφωνα με δημόσια έγγραφα, η υλοποίηση της συμφωνίας έχει προχωρήσει στα εξής σημεία:
Έχει ολοκληρωθεί το σκέλος της συμφωνίας για την συμψηφισμό οφειλών του δημοσίου προς την Siemens ύψους 80 εκατ. ευρώ. Την μερίδα του λέοντος έχουν οφειλές νοσοκομείων προς την εταιρία, αλλά και το σύστημα ραδιοκάλυψης GSM-R της ΕΡΓΟΣΕ, προϋπολογισμού δημοπράτησης 67 εκατ. ευρώ.
Από το GSM-R έχουν ενταχθεί στη συμφωνία πληρωμές ύψους 27 εκατ. ευρώ. Σημειωτέον ότι η Siemens έχει μεταβιβάσει τον φάκελο του έργου στη Nokia Networks, η οποία προ μηνών ανακοίνωσε την «αναβάθμιση» του συστήματος, υπό τις επευφημίες της ΕΡΓΟΣΕ και τη σιωπηρή ανοχή της κυβέρνησης, η οποία συναίνεσε στη συγκεκριμένη αλλαγή. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο ΟΤΕ δεν έχει συναινέσει στην εκχώρηση των συμβάσεων που είχε με τη Siemens στη Nokia Networks και έχει στραφεί δικαστικά εναντίον της.
Ο πυλώνας της χρηματοδότησης δράσεων για την καταπολέμηση της διαφθοράς και της τεχνολογικής έρευνας και ανάπτυξης με κονδύλια 90 εκατ. ευρώ, εφαρμόζεται εν μέρει.
Συγκεκριμένα, υλοποιείται από το καλοκαίρι του 2013 το πρόγραμμα κρατικών υποτροφιών του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών που προβλέπει μεταπτυχιακές σπουδές στους τομείς της Ενέργειας, της Υγείας, των υποδομών και της αστικής ανάπτυξης μέσω του ΙΚΥ, με δυνατότητα παροχής μέχρι 100 τέτοιων υποτροφιών, ύψους 18 εκατ. ευρώ.
Παράλληλα, τον Απρίλιο του 2015 ο αναπληρωτής υπουργός Παιδείας, Κωστας Φωτάκης υπέγραψε σύμβαση με την Siemens για λογαριασμό της Γενικής Γραμματείας Έρευνας & Τεχνολογίας για τη χρηματοδότηση των «Προγραμματικών Συμφωνιών μεταξύ Ερευνητικών Κέντρων - ΓΓΕΤ 2015 -2017» με 8,5 εκατ. ευρώ στο πλαίσιο της Συμφωνίας Συμβιβασμού.
Τον Ιανουάριο του 2015 το υπουργείο Οικονομικών προκήρυξε διαγωνισμό για την προμήθεια σκάνερ για τον έλεγχο του λαθρεμπορίου τσιγάρων, με προϋπολογισμό 12,5 εκατ. ευρώ χορηγούμενα από την Siemens. Δεν είναι γνωστό σε ποια φάση βρίσκεται ο διαγωνισμός.
Αγνοείται η τύχη χρηματοδότησης με 16,8 εκατ. ευρώ για την υποστήριξη δράσεων για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς. Πρόκειται για δέσμη μέτρων που είχαν αποφασιστεί το 2014 για με τον πρώην εθνικό συντονιστή για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς, Ιωάννη Τέντε, αλλά δεν προχώρησαν ποτέ, αφού η Επιτροπή Εποπτείας της Σύμβασης έβαζε συνεχή εμπόδια και αγνοούσε τις σχετικές εισηγήσεις.
Η δέσμευση για επένδυση 100 εκατ. ευρώ στις δραστηριότητες της Siemens εν Ελλάδι καλύφθηκαν, όταν η μητρική προχώρησε σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου θυγατρικές της ύψους 157 εκατ. ευρώ.
Το ΣτΕ και η «Μαύρη Βίβλος»
Παράλληλα, πολίτες έχουν προσφύγει κατά της συμφωνίας στο Συμβούλιο της Επικρατείας, η Ολομέλεια του οποίου θα κρίνει τη συνταγματικότητα της εξωδικαστικής σύμβασης. Σύμφωνα με νομικούς κύκλους, τυχόν ακύρωση της συμφωνίας από το ΣτΕ, θα συμπαρασύρει όλες τις διοικητικές πράξεις που βασίζονται στη σύμβαση και θα ξαναδώσει το δικαίωμα στο δημόσιο να κυνηγήσει την εταιρία.
Στο μεταξύ, παρόλο που ο ΣΥΡΙΖΑ, όταν βρισκόταν στην θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, είχε εντάξει την σύμβαση με την Siemens στην «Μαύρη Βίβλο» της κυβέρνησης του κ. Σαμαρά, εν τούτοις, από τον περασμένο Ιανουάριο, όταν ο κ. Τσίπρας έγινε πρωθυπουργός, όχι μόνο η συμφωνία δεν επανεξετάστηκε, αλλά αντίθετα, τα συναρμόδια υπουργεία Οικονομικών και Οικονομίας έχουν αδιαφορήσει πλήρως για την υλοποίηση της ιστορικής δέσμευσης της Siemens να προχωρήσει σε παραγωγική επένδυση στην Ελλάδα.