Την παρέμβαση της κυβέρνησης στην Ένωση Ελληνικών Τραπεζών για τις υψηλές τραπεζικές χρεώσεις ζητά το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο.
«Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις βρίσκονται αντιμέτωπες με τις υπέρογκες τραπεζικές χρεώσεις κατά την διενέργεια των πάσης φύσεως συναλλαγών τους» επισημαίνει το ΒΕΑ και τονίζει ότι παρά τις επανειλημμένες συστάσεις του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης, αλλά και την εκπεφρασμένη κατά καιρούς βούληση των πιστωτικών ιδρυμάτων της χώρας να προχωρήσουν σε εξορθολογισμό των τραπεζικών χρεώσεων, το κόστος για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις παραμένει υψηλό, επιδεινώνοντας ακόμη περισσότερο τον αγώνα επιβίωσης που δίνουν τα τελευταία χρόνια.
Η διοίκηση του ΒΕΑ αναφέρει ότι καθημερινά γίνεται αποδέκτης εκατοντάδων παραπόνων από μέλη της για χρεώσεις υπέρογκων προμηθειών κατά τη διάρκεια των πάσης φύσεως συναλλαγών τους με τις τράπεζες, ιδίως σε ό,τι αφορά τα εμβάσματα και τις συναλλαγές με το εξωτερικό.
«Την κατάσταση αυτή επιβεβαιώνει και σειρά πρόσφατων ερευνών, που διαπιστώνουν την ύπαρξη διαφορετικών επιβαρύνσεων ανά επιχείρηση και ανά τράπεζα, με το 65% των χρεώσεων να είναι πάνω από το 1% επί της αξίας της συναλλαγής, ενώ μόλις στο 25% διατηρείται η χρέωση έως 1% του ποσού της συναλλαγής» όπως σημειώνει το ΒΕΑ.
Για παράδειγμα αναφέρεται στη σχετική ανακοίνωση ότι τα ποσοστά προμήθειας για τις συναλλαγές μέσω POS και καρτών παραμένουν ιδιαίτερα υψηλά, άνω του 2,5% επί του τζίρου των επιχειρήσεων, ενώ η εξίσωση του ποσοστιαίου συντελεστή προμήθειας για τη χρήση πιστωτικής, προπληρωμένης και χρεωστικής κάρτας οδηγεί σε μη αποτελεσματικές οικονομικές επιλογές για τους καταναλωτές και σε υψηλά κόστη για τις επιχειρήσεις.
Εκτίμηση του ΒΕΑ είναι ότι οι ίδιες οι τράπεζες επιλέγουν να διατηρούν στα ύψη τις χρεώσεις στις τραπεζικές συναλλαγές παρότι έχει τεθεί ήδη σε ισχύ κανονισμός της ΕΕ από τις 9 Δεκεμβρίου 2015, ο οποίος προβλέπει τη σημαντική μείωση των διατραπεζικών προμηθειών (interchange fee).