Να αναλάβει ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM) και όχι πλέον η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον έλεγχο της τήρησης της δημοσιονομικής πειθαρχίας ζήτησε ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας και υπέρμαχος των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Σύμφωνα με τον Σόιμπλε, καθώς ο πρόεδρος της Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ έχει αναλάβει έναν πολιτικό ρόλο που δεν συνάδει «με τον ρόλο του ως ουδέτερος θεματοφύλακας των συνθηκών» της Ευρώπης, θα πρέπει να εξευρεθεί ένας άλλος τρόπος ώστε το σύμφωνο σταθερότητας της ευρωζώνης που ορίζει τους κανόνες για τα ελλείμματα να εφαρμοστεί πραγματικά.
«Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο λέω ότι μπορούμε να οδηγήσουμε το ευρωπαϊκό ταμείο για τις κρίσεις, τον ESM, να αναπτυχθεί σε τέτοια κατεύθυνση σε κάθε περίπτωση για τις χώρες της νομισματικής ένωσης. Ο ESM αποφαινόταν για τις προβλέψεις των προϋπολογισμών όχι από πολιτική άποψη, αλλά ανάλογα με τους αυστηρούς κανόνες» είπε, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Stuttgarter Zeitung.
Οι χώρες της ευρωζώνης πρέπει να υποβάλλουν κάθε χρόνο στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τα σχέδια προϋπολογισμού τους. Οι προβλέψεις αυτές πρέπει κανονικά να τηρούν δύο βασικά κριτήρια: ποσοστό δημόσιου χρέους κάτω από το 60% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος και, κυρίως, δημοσιονομικό έλλειμμα μικρότερο του 3% του ΑΕΠ.
Μέχρι τώρα και παρά την κρίση χρέους, σε καμία χώρα δεν έχουν επιβληθεί κυρώσεις επειδή παραβίασε τους κανόνες αυτούς, των οποίων ο Σόιμπλε, στο όνομα της Γερμανίας, είναι ο πιο ένθερμος υποστηρικτής.
Ο γερμανός υπουργός Οικονομικών φαίνεται να θεωρεί ότι έχει δοθεί πολύ μεγάλη ελευθερία δράσης σε ορισμένες χώρες από την Κομισιόν του Γιούνκερ επειδή ο τελευταίος καθοδηγείται από πολιτικές εκτιμήσεις.
Ο ESM, που λειτουργεί από τον Οκτώβριο του 2012, είναι το όπλο της ευρωζώνης για την καταπολέμηση των κρίσεων και έχει ως εντολή να διατηρεί την οικονομική σταθερότητα αντλώντας χρήματα από τις αγορές για να δανείσει τις χώρες που αντιμετωπίζουν προβλήματα.
Ο Σόιμπλε θεωρεί πως ο λιγότερο πολιτικός αυτός θεσμός θα είναι, έτσι, ένας καλύτερος κριτής του κατά πόσον τηρείται η δημοσιονομική πειθαρχία.