4 Δεκ 2016

Στη «φωτιά» του δημοψηφίσματος η Ιταλία

Στη «φωτιά» του δημοψηφίσματος η Ιταλία
«Ιστορικές» διαστάσεις έχει προσδώσει ο Ματέο Ρέντσι στο δημοψήφισμα της Κυριακής συνδέοντας ατυχώς το πολιτικό του μέλλον με τη συνταγματική μεταρρύθμιση που τίθεται στην κρίση των Ιταλών -ατυχώς για τον ίδιο, αλλά κυρίως για τον αντίκτυπο μίας αρνητικής ψήφου.
Τι καλούνται όμως να αποφασίσουν οι Ιταλοί σε αυτό το δημοψήφισμα που έχει «φοβίσει» την Ευρώπη στη σκιά του Brexit και της εκλογής Τραμπ; Και τι θα γίνει την επόμενη μέρα; «Σκεφτείτε το μέλλον σας και το μέλλον των παιδιών σας» είπε ο Ματέο Ρέντσι κλείνοντας την εκστρατεία υπέρ του «ναι» στο δημοψήφισμα για τη μεταρρύθμιση, η οποία κατά τον Ιταλό πρωθυπουργό έρχεται να διασφαλίσει μεγαλύτερη πολιτική σταθερότητα και πιο αποτελεσματική διακυβέρνηση σε μία χώρα που μετρά 63 κυβερνήσεις από το 1945. Η ειρωνεία είναι όμως πως τελικά το ίδιο το δημοψήφισμα κινδυνεύει να ρίξει την Ιταλία σε πολιτική αβεβαιότητα εάν επικρατήσει το «όχι». Ένα «όχι» το οποίο τα λαϊκιστικά κόμματα θα σπεύσουν να πανηγυρίσουν ως μία ακόμη «αντισυστημική ψήφο» σε μία Ευρώπη όπου ενισχύεται σταθερά η ακροδεξιά, ένα «χαστούκι στο κατεστημένο» μετά το Brexit και την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ. Στο τελευταίο ο Ρέντσι διαφωνεί. «Σε ό,τι αφορά το δημοψήφισμα ποιος είναι το κατεστημένο; Εκείνοι που υποστηρίζουν του μισθούς των πολιτικών ή εκείνοι που ζητούν αλλαγή;» λέει μιλώντας για τον κεντρικό άξονα της μεταρρύθμισης -την μείωση του ρόλου και «κόστους» της Γερουσίας. Όντως στην ιταλική περίπτωση είναι δύσκολο να διαφανεί ποιος ακριβώς είναι το «κατεστημένο». Τις μεταρρυθμίσεις «φέρνει» το Δημοκρατικό Κόμμα του Ρέντσι (αν και με απώλειες στις τάξεις των βουλευτών του) και στηρίζουν μετριοπαθή κόμματα του κέντρου. Αντίθετα τις αλλαγές απορρίπτουν η Forza Italia του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, το Κίνημα 5 Αστέρων (M5S) του λαϊκιστή Μπέμπε Γκρίλο, η ακροδεξιά Λέγκα του Βορρά και κόμματα της Αριστεράς. Κατεστημένο είναι ο Ιταλός πρωθυπουργός που από «Ρέντσι της αλλαγής» έγινε πλέον πολιτική ελίτ; Η στήριξη της Banca D'Italia και της Goldman Sachs πάντως δεν τον βοηθά και πολύ να πείσει τους ψηφοφόρους για το αντίθετο. Ή το κατεστημένο είναι ο Μπερλουσκόνι και ο ακόμη πιο λαϊκιστής Γκρίλο που υπεραμύνονται της διατήρησης του σημερινού status quo; Το δημοψήφισμα πέρασε τα «όρια» της συνταγματικής μεταρρύθμισης και «μεταφράστηκε» με τη βοήθεια Γκρίλο και λοιπών λαϊκιστών σε ψήφο εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση. Ο Ματέο Ρέντσι κινδυνεύει να καταψηφιστεί ο ίδιος προσωπικά με... προσκλητήριο που απηύθυνε μόνος του τη στιγμή που έβαλε στο τραπέζι τη λέξη παραίτηση. Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις έδιναν μπροστά το «όχι», έχουν περάσει ωστόσο 15 ημέρες χωρίς γκάλοπ και οι αναποφάσιστοι είναι πολλοί. Τι ακριβώς ψηφίζουν οι Ιταλοί; Στην «καρδιά» των συνταγματικών αλλαγών βρίσκεται η κατάργηση της ιταλικής Γερουσίας με τη σημερινή της μορφή. Το «τέλειο διθάλαμο σύστημα», βάσει του οποίου Βουλή και Γερουσία έχουν ταυτόσημες εξουσίες, ψηφίζουν νόμους και μπορούν αμφότερα τα Σώματα να ρίξουν την κυβέρνηση, θα αποτελεί παρελθόν με τις αλλαγές Ρέντσι. Η κυβέρνηση δεν θα χρειάζεται την ψήφο εμπιστοσύνης της Γερουσίας, ούτε και την έγκρισή της για να περνά νομοσχέδια. Οι εξουσίες του πρωθυπουργού ενισχύονται κατά πολύ και οι πολέμιοι της μεταρρύθμισης τονίζουν ότι χάνονται οι αναγκαίες «δικλείδες ασφαλείας» για τον έλεγχο της κυβέρνησης -σημειώνεται ότι η μεταρρύθμιση προβλέπει παράλληλα πως μεταφέρονται στην κεντρική κυβέρνηση εξουσίες από τις τοπικές και περιφερειακές αρχές. Η ιταλική Γερουσία μετατρέπεται ουσιαστικά σε συμβουλευτικό σώμα -αν και η έγκρισή της θα απαιτείται για την αλλαγή του Συντάγματος. Οι γερουσιαστές μειώνονται από 315 σε 100 και δεν θα εκλέγονται απευθείας από τον λαό, αλλά θα προέρχονται από δήμους και περιφέρειες. Πέντε θα διορίζονται από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, 74 από τα τοπικά συμβούλια και 21 θα είναι δήμαρχοι. Δεν είναι σαφές πώς θα επιλέγονται οι δήμαρχοι που θα γίνονται γερουσιαστές από το σύνολο των 8.000. Ο Ματέο Ρέντσι τονίζει ότι η μεταρρύθμιση εγγυάται πιο αποτελεσματική διακυβέρνηση, ταχύτητα στο νομοθετικό έργο και διαφάνεια. Οι αντίπαλοι των αλλαγών -περιλαμβανομένων των Μάσιμο Ντ' Αλέμα και Μάριο Μόντι- αναφέρουν στην καλύτερη περίπτωση πως δεν έχει γίνει επαρκής προετοιμασία για τις σημαντικότερες συνταγματικές αλλαγές στην Ιταλία από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως χαρακτηρίζονται, και στη χειρότερη πως ξυπνούν δαίμονες από το φασιστικό παρελθόν. Παράλληλα, ερωτηματικά προκαλεί η στελέχωση της Γερουσίας με δημάρχους και περιφερειάρχες, καθώς η τοπική αυτοδιοίκηση «στεγάζει» τη μεγαλύτερη διαφθορά, όπως είχε επισημάνει και ο Economist στο άρθρο του υπέρ του «όχι» και της ανάγκης κυβέρνησης τεχνοκρατών, το οποίο έκανε μεγάλη αίσθηση στην Ιταλία. Οι Ιταλοί καλούνται επίσης να ψηφίσουν την Κυριακή σχετικά με την κατάργηση του Ιταλικού Συμβουλίου Οικονομίας της Εργασίας (CNEL), καθώς και των νομών. Και μετά τι; Ούτε εκλογές, ούτε Ιταλία εκτός ευρώ, ούτε Γκρίλο στην κυβέρνηση θα φέρει αυτόματα ένα «όχι» των Ιταλών στο δημοψήφισμα. Ίσως ούτε καν παραίτηση του ίδιου του Ρέντσι αν και προς εκεί οδεύει, σύμφωνα με συνεργάτες του. Όμως, η εικόνα των αγορών θα δώσει την «ετυμηγορία» για την κάλπη της 4ης Δεκεμβρίου. Εάν το «ναι» επικρατήσει ο Ρέντσι σαφώς βγαίνει ενισχυμένος έναντι όλων· θα μπορούσε να ζητήσει πρόωρες εκλογές για να κεφαλαιοποιήσει τη νίκη (οι κάλπες στην Ιταλία είναι κανονικά προγραμματισμένες για το 2018), όμως θα πρέπει να προηγηθεί η κατάρτιση νέου εκλογικού νόμου που αποτελεί «κλειδί» για σειρά εξελίξεων. Ενδεχόμενη επικράτηση του «όχι» συνιστά τεράστιο πλήγμα για τον Ρέντσι και την κυβέρνησή του. Θα πρέπει να αποφασίσει εάν θα όντως θα υποβάλει παραίτηση ή θα παραμείνει υπό την πίεση υπουργών του και από το εξωτερικό. Το Δημοκρατικό Κόμμα, στην κεφαλή του οποίου αναμένεται ότι θα παραμείνει σε κάθε περίπτωση, θα βγει εξαιρετικά αποδυναμωμένο. Ο Ρέντσι θα μπορούσε να παραμείνει ως επικεφαλής μεταβατικής κυβέρνησης ειδικού σκοπού με αποστολή την τροποποίηση του εκλογικού νόμου για να ακολουθήσουν πρόωρες εκλογές περί τα τέλη του 2017 ή θα μπορούσε να αναλάβει κυβέρνηση τεχνοκρατών με πιθανότερο επικεφαλής των νυν υπουργό Οικονομικών Πιερ Κάρλο Πάντοαν (σε αυτή την περίπτωση θα μπορούσαν οι εκλογές να παραταθούν για το 2018). Ενισχυμένοι θα βγουν αναμφισβήτητα οι Γκριλίνι αδημονώντας για τις επόμενες βουλευτικές εκλογές. Εκεί εδράζονται πολλοί φόβοι για το δημοψήφισμα της Κυριακής: Η ώθηση προς την εξουσία που μπορεί να δώσει η 4η Δεκεμβρίου στο Κίνημα 5 Αστέρων -ένα λαϊκιστικό κόμμα με διακηρυγμένο στόχο τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για τη συμμετοχή της Ιταλίας στο ευρώ. Ο ισχύον εκλογικός νόμος Italicum δίνει πριμ στην πλειοψηφία ορίζοντας ότι το κόμμα που θα κερδίσει στον δεύτερο γύρο των εκλογών λαμβάνει το 55% των εδρών της Βουλής, γεγονός που θεωρητικά επιτρέπει την εξάντληση πενταετούς θητείας. Όμως οι επόμενες εκλογές, όποτε και αν αυτές γίνουν, δεν θα διεξαχθούν με αυτό το σύστημα. Υπό την απειλή του Κινήματος 5 Αστέρων τα παραδοσιακά κόμματα είναι πιθανόν να συναινέσουν σε πιο αναλογικό εκλογικό σύστημα, γεγονός που σημαίνει πως η Ιταλία θα χρειάζεται κυβερνήσεις συνασπισμού ώστε να λαμβάνουν ψήφο εμπιστοσύνης. Το Κίνημα 5 Αστέρων απορρίπτει μετά βδελυγμίας τη συμμετοχή σε συμμαχικές κυβερνήσεις. Όσο για το «συμβουλευτικό» δημοψήφισμα για το ευρώ το οποίο «τάζει» στους ψηφοφόρους ο Γκρίλο, το Σύνταγμα της Ιταλίας απαγορεύει τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για ευρωπαϊκά θέματα. Ακόμη και στην περίπτωση που λάμβανε χώρα θα μπορούσε να κηρυχθεί άκυρο από το Συνταγματικό Δικαστήριο αν δεν είχε και πάλι προηγηθεί συνταγματική τροποποίηση. Επίσης, ο Γκρίλο δεν θέτει θέμα αποχώρησης της Ιταλίας από την ΕΕ, σε αντίθεση με άλλες λαϊκιστικές δυνάμεις στην Ευρώπη. «Θέλει να δώσει μάχη από μέσα» λέει και το επανέλαβε μετά την ψήφο υπέρ του Brexit. Η ψηφοφορία της Κυριακής δεν έχει χαρακτήρα υπέρ η κατά του ευρώ και οι ίδιοι οι Ιταλοί (ποσοστό άνω του 67%) δεν δείχνουν καμία διάθεση εξόδου από την ευρωζώνη, βάσει τελευταίας δημοσκόπησης της εφημερίδας La Stampa. Αναγνωρίζοντας σαφώς τον κίνδυνο που ενέχει παρατεταμένη πολιτική αστάθεια για την οικονομία της Ιταλίας και το τραπεζικό της σύστημα, οι Ιταλοί δεν συμμερίζονται σε τέτοιο βαθμό τους φόβους ότι το πουλόβερ της Ευρωζώνης μπορεί να αρχίσει να ξηλώνεται από τη χώρα τους εάν υπερισχύσει το «όχι» την 4η Δεκεμβρίου. Γεγονός είναι όμως πως η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ είναι καταχρεωμένη και οι τράπεζές της στο «κόκκινο». Παρατεταμένη πολιτική αναταραχή μπορεί να επιδεινώσει ραγδαία την κατάσταση με συνέπειες οδυνηρές για το εγχείρημα της Ευρωζώνης προς τέρψη των δυνάμεων του λαϊκισμού τύπου Γκρίλο που αποτελούν τεράστια πρόκληση για την Ευρώπη σήμερα.