Στο πρόγραμμα «χρυσή βίζα» επανέρχεται το Spiegel στη διαδικτυακή του έκδοση με αφορμή την επέκταση του προγράμματος σε μη ευρωπαίους πολίτες που επενδύουν, όχι μόνο σε ακίνητα, όπως ίσχυε μέχρι τώρα, αλλά και που επιθυμούν να τοποθετήσουν κεφάλαια στην ελληνική αγορά, είτε σε καταθέσεις, είτε σε επενδυτικά προϊόντα, ή θέλουν να επενδύσουν σε επιχειρήσεις με έδρα την Ελλάδα από 400.000 και πάνω.
«Συνδιαλλαγή»
Στον δημοσιογράφο μιλά η κυρία Βάσω Κύρκου, διευθύντρια επικοινωνίας του Enterprise Greece, η οποία τονίζει ότι η επέκταση έχει ως στόχο «να εξυπηρετήσει την ίδια υψηλή ζήτηση και να διαφυλάξει το πρόγραμμα ως ένα από τα πιο ανταγωνιστικά στην Ευρώπη». Το άρθρο αναδεικνύει την μέχρι τώρα επιτυχία αυτού του επιχειρηματικού μοντέλου. «Πάνω από 8.000 βίζες εκδόθηκαν από την εισαγωγή του μέτρου το 2013 σε μη ευρωπαίους πολίτες από την ελληνική υπηρεσία αλλοδαπών και μετανάστευσης» σημειώνει. «Μόνο φέτος ήταν σχεδόν 3.000. Δόθηκαν σε πλούσιους Ρώσους, Κινέζους, αλλά και Τούρκους που θέλουν να δραπετεύσουν από το αυταρχικό καθεστώς στην χώρα τους. Επίσης δόθηκαν σε 67 Σύρους και 82 Ιρακινούς. Συνολικά αυτή η πρακτική απέφερε στο ελληνικό κράτος σχεδόν 1 εκ. ευρώ». Στο άρθρο εκφράζεται ο φόβος για το κατά πόσο μια τέτοια προσφορά θα μπορούσε να προσελκύσει εγκληματίες για παράνομες δραστηριότητες. Αλλά τόσο η Enterprise Greece όσο και εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών διαβεβαιώνουν το Spiegel ότι «όλες οι νέες επενδύσεις εξετάζονται εξονυχιστικά, γίνεται έλεγχος του πόθεν έσχες των κεφαλαίων αλλά και των χρημάτων που χρησιμοποιούνται για συναλλαγές».
Ο αρθογράφος επισημαίνει ότι η ελληνική οικονομία χρειάζεται τα χρήματα ιδιαίτερα τώρα που η χώρα βγήκε από το τρίτο πρόγραμμα στήριξης και στέκεται στη δυνατότητα που ξανοίγεται σε έναν μη Ευρωπαίο μετά από 7 χρόνια διαμονής στην Ελλάδα να αποκτήσει ελληνική υπηκοότητα και συνεπώς ευρωπαϊκό διαβατήριο. «Επικριτές του συστήματος «χρυσή βίζα» έχουν εκφράσει ηθικούς, νομικούς και πολιτικούς ενδοιασμούς που άπτονται ζητημάτων ασφάλειας», συνεχίζει το άρθρο. «Όπως ισχυρίζονται, οι πλούσιοι προτιμούνται και δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια συνδιαλλαγή, υπηκοότητα έναντι επενδύσεων».
Ο Μεβλούτ και ο Χάικο
Τι απέφερε η πρώτη επίσημη επίσκεψη του γερμανού υπουργού Εξωτερικών στην Τουρκία; Πολύ τσάι και συμπάθεια, θεωρεί ο ανταποκριτής της TAZ στην Κωνσταντινούπολη. «Φίλε μου Μεβλούτ και φίλε μου Χάικο, ήταν πιο συχνές τυπικότητες που αντάλλαξαν οι δύο υπουργοί κατά τη διάρκεια των 20 ωρών, που διήρκησε η επίσκεψη του Χάικο Μάας στην Άγκυρα και στην Κωνσταντινούπολη» σημειώνει. «Προφανώς ο Μάας και η καγκελάριος αποφάσισαν ότι αρκεί η κριτική προς τον Ερντογάν και τον κατασταλτικό μηχανισμό του, που από το αποτυχημένο πραξικόπημα της 20ης Ιουλίου του 2016 έστειλε χιλιάδες στις φυλακές, καθηγητές, πτυχιούχους και δημοσίους υπαλλήλους. Τώρα εάν ο Μάας κεκλεισμένων των θυρών μίλησε για όλα αυτά με τον φίλο του Μεβλούτ ή ακόμη και με τον πρόεδρο, παραμένει μυστικό. Επίσημα δεν έχει ειπωθεί τίποτα το κακό… Ενώ πέρυσι οι συγκρίσεις του Ερντογάν γερμανών πολιτικών με ναζί δεν γίνονταν ανεκτές και διαπιστώνονταν η πλήρης εγκατάλειψη ευρωπαϊκών αξιών από την Τουρκία, τώρα ο Χάικο Μάας κάνει λόγο για «παρεξηγήσεις» στις γερμανοτουρκικές σχέσεις. Η τουρκική οικονομική κρίση, η επαπειλούμενη ανθρωπιστική κρίση στην Συρία και τα πιθανολογούμενα νέα μεταναστευτικά κύματα μόνο στο παρασκήνιο έπαιξαν κάποιο ρόλο χωρίς να συζητηθούν δημοσίως. Προς τα έξω βγήκε το ατμοσφαιρικό, η νέα φιλία».
Ο αρθρογράφος της Frankfurter Allgemeine Zeitung επικεντρώνεται στις θετικές πλευρές της επίσκεψης. «Οι εμφανίσεις Μάας και Τσαβούσογλου στην Τουρκία έδειξαν ότι παρά τη σοβαρή διάσταση απόψεων υπάρχει θέληση για επαναπροσέγγιση. Σε μερικές περιπτώσεις η επιθυμία κινείται από την κοινότητα συμφερόντων στην εξωτερική πολιτική. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στην περίπτωση της Συρίας. Ως χώρες υποδοχής των περισσότερων Σύρων προσφύγων η Γερμανία και η Τουρκία έχουν δικαιολογημένα συμφέροντα στη Συρία».
Ειρήνη Αναστασοπούλου/in.gr