Κύμα ειρωνείας προκάλεσε στη διαδικτυακή δημόσια σφαίρα η αναφορά του πρωθυπουργού στις κλούβες που δεν υπάρχουν έξω από το σπίτι του.
Εκατοντάδες χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης ανέβασαν φωτογραφίες από την κλούβα που μονίμως παρεμποδίζει την κίνηση στην οδό Ηρώδου Αττικού για να μην μπορούν διαδηλωτές ή άλλοι διαμαρτυρόμενοι πολίτες να προσεγγίσουν το Μέγαρο Μαξίμου.
Η αντίδραση αυτή ήρθε να θυμίσει τη μεγάλη απόσταση ανάμεσα στην εικόνα που θέλει να προβάλλει ο πρωθυπουργός, αλλά και συνολικά τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ για το ύφος και ήθος της διακυβέρνησής τους και τους πραγματικούς όρους με τους οποίους όντως ασκούν διακυβέρνηση.
Από διαδηλωτές «κυβέρνηση των ΜΑΤ»
Ο πρωθυπουργός υπήρξε από τους πιο σκληρούς πολέμιους των προηγούμενων κυβερνήσεων οποτεδήποτε οι αστυνομικές δυνάμεις αντιμετώπιζαν διαδηλωτές με χρήση δακρυγόνων και βίας.
Μάλιστα την 1η Ιουλίου 2011, εν μέσω του «Κινήματος των Πλατειών» και αφού είχαν προηγηθεί ιδιαίτερα εκτεταμένες αστυνομικές επιχειρήσεις εναντίον διαδηλωτών ο Αλέξης Τσίπρας είχε καταθέσει μηνυτήρια αναφορά κατά της Ελληνικής Αστυνομίας κατηγορώντας την για χρήση βίας κατά διαδηλωτών.
Όταν έγινε για πρώτη φορά πρωθυπουργός το 2015, η κυβέρνησή του είχε ανακοινώσει ότι αποσύρονται τα κάγκελα από το Σύνταγμα και ότι θα περιοριστεί η παρουσία της αστυνομίας στις διαδηλώσεις.
Βέβαια η αλλαγή πολιτικής και κλίματος μετά το 2015 θα οδηγήσει και σε αλλαγή στάσης ως προς το συγκεκριμένο θέμα. Τα ΜΑΤ θα αρχίσουν και πάλι να κατεβαίνουν σε διαδηλώσεις, χημικά να χρησιμοποιούνται κατά διαδηλωτών, με την ίδια συχνότητα όπως και προηγουμένως και βέβαια κλούβες να σταθμεύουν έξω από ευαίσθητα σημεία. Από τα υπουργεία μέχρι την… πολύπαθη οικία του υπουργού Επικρατείας Αλέκου Φλαμπουράρη, η αστυνομική παρουσία είναι παραπάνω από εμφανής. Μέχρι και τα νέα υδροφόρα οχήματα τις αστυνομίας (τις «αύρες») έθεσε εκ νέου σε λειτουργία, παρά τις καταγγελίες ότι η χρήση τους εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους.
Την ίδια στιγμή παρατηρείται επί των ημερών αυτής της κυβέρνησης ένταση των προσπαθειών θεσμικού περιορισμού των πρακτικών διαμαρτυρίας. Ενδεικτικό το ζήτημα των πλειστηριασμών όπου η κυβέρνηση θεσμοθέτησε ένα ιδιότυπο «ιδιώνυμο» ως προς την παρεμπόδισή τους και μάλιστα επί των ημερών της είδαμε να σχηματίζονται δικογραφίες σε βάρος πολιτικών στελεχών για τη συμμετοχή σε αυτές τις διαμαρτυρίες, με αποκορύφωμα τις διώξεις σε βάρος του Παναγιώτη Λαφαζάνη, υπουργού στην πρώτη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και ιστορικού ηγετικού στελέχους του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο όχι και τόσο λιτός βίος ενός αριστερού πρωθυπουργού και της κυβέρνησής του
Στην αρχή της διακυβέρνησης της η κυβέρνηση Τσίπρα επαιρόταν ότι έχει στελέχη που ούτε από «τζάκια» προέρχονταν ούτε διεκδικούσαν έναν ιδιαίτερα πολυτελή βίο. Αυτό αποτυπωνόταν και στην επιλογή να ταξιδεύουν με τις πτήσεις της γραμμής.
Σήμερα, είναι η κυβέρνηση αυτή, που περισσότερο και από τις προηγούμενες, έχει βρεθεί στο στόχαστρο επικρίσεων για υπερβολική χρήση του πρωθυπουργικού αεροσκάφους και λεπτομέρειες όπως η ειδική σύμβαση για τα γεύματα σε αυτό.
Όπως και να το δει κανείς, σε μια εποχή όπου στα υπουργεία αναζητούν τρόπος να περικόψουν ακόμη και λίγες χιλιάδες ευρώ από κάθε κωδικό για να μπορούν να επιτυγχάνονται τα περιβόητα υπερπλεονάσματα, είναι κάπως προκλητικό να αυξάνει το κόστος της μετακίνησης του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης.
Παράλληλα, σε κάθε σημαντικό ταξίδι του πρωθυπουργού στο εξωτερικό είναι ο ίδιος ο επικοινωνιακός μηχανισμός της κυβέρνησης που διακινεί φωτογραφίες από το ταξίδι με το πρωθυπουργικό αεροσκάφος ως εάν αυτό να αποτελεί ένδειξη καλής διακυβέρνησης.
Είναι σαφές ότι αυτό μικρή σχέση π.χ. με τα όσα κάνει ο Τζέρεμι Κόρμπιν, ένα μέρος της δημοτικότητάς του οποίου οφείλεται ακριβώς στο ότι εξακολουθεί να παίρνει το τρένο ή το λεωφορείο για τις μετακινήσεις του όπως ακριβώς οι απλοί πολίτες.
Από το Go back! στα μνημόνια διαρκείας
Δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που ο Αλέξης Τσίπρας φώναζε Go back Madam Merkel, συνδυάζοντας επιλεκτική χρήση της ιστορίας (το σύνθημα Go back αφορούσε την αντίσταση του λαού της Λέσβου στην άφιξη των αγγλικών στρατευμάτων στην περίοδο των Δεκεμβριανών του 1944) και την ιδιότυπη χρήση της αγγλικής γλώσσας που τον χαρακτηρίζει.
Σήμερα, ο πρωθυπουργός μπορεί να υπερηφανεύεται ότι κατάφερε τελικά το ακριβώς αντίθετο. Από φλογερός πολέμιος της Τρόικας, κατάφερε να γίνει ο καλύτερος συνεργάτης των «θεσμών», εφαρμόζοντας πλήρως το τρίτο μνημόνιο και συμφωνώντας ουσιαστικά το μνημόνιο διαρκείας που κατ’ ευφημισμό ονομάζεται «αυξημένη επιτήρηση».
Τα ριζοσπαστικά μέτρα που περιλάμβανε κάποτε το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ έχουν ουσιαστικά ξεχαστεί, το μνημονιακό κεκτημένο (που περιλαμβάνει ένα τεράστιο κύμα ιδιωτικοποιήσεων και την υποθήκευση του συνόλου της δημόσιας περιουσίας στο υπερταμείο) δεν αμφισβητείται και τα όποια «κοινωνικά μέτρα» αφορούν απλώς μια ήπια αναδιανομή εντός αυτού του κεκτημένου.
Έτσι ο Αλέξης Τσίπρας που κάποτε κατήγγειλε το νεοφιλελευθερισμό (ρητορικά το κάνει ακόμη το γραφείο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ), εφαρμόζει πολιτικές που μόνο ως νεοφιλελεύθερες μπορούν να χαρακτηριστούν (ιδιωτικοποιήσεις, ασφαλιστικό σύστημα σε ανταποδοτική κατεύθυνση, διευκόλυνση επιχειρηματική δράσης, αξιοποίηση δημόσιας περιουσίας με ιδιωτικοοικονομικούς όρους), παγιώνει τη λιτότητα και αποδέχεται μια διηνεκή επιτήρηση της ελληνικής οικονομίας από τους ευρωπαϊκού θεσμούς, οι οποίοι εξακολουθούν να έχουν σημαντικό λόγο για τις αποφάσεις που παίρνονται ως προς την οικονομική πολιτική.
Όταν η πραγματικότητα κυριαρχεί πάνω στην «ταυτότητα»
Όλα αυτά τα «τότε και τώρα» σε σχέση με τον Αλέξη Τσίπρα τελικά συγκεφαλαιώνουν την ιδιότυπη διπλότητα που χαρακτηρίζει τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα διακυβέρνησης.
Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να προσπάθησε να περιγράψει μέσα από την αναφορά στη «ριζοσπαστική αριστερά» το συνδυασμό ανάμεσα στα μαζικά κινήματα από τα οποία άντλησε αρχικά την εκλογική του επιρροή και το γεγονός ότι τμήμα της πολιτικής του κληρονομιάς είναι ο Συνασπισμός, με τη συμμετοχή στη διακυβέρνηση το 1989 και την για χρόνια διεκδίκηση του «προοδευτικού εκσυγχρονισμού» περισσότερο παρά της «ανατροπής», όμως αντιμέτωπος με τις προκλήσεις επέδειξε έναν ιδιότυπο «ρεαλισμό», μέχρι του σημείου του να εφαρμόζει με προθυμία όσα κάποτε πολεμούσε.
Τα ίδια τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και προσωπικά ο Αλέξης Τσίπρας έχουν προσπαθήσει να δικαιολογήσουν αυτή τη διπλότητα μέσα από ένα δίπολο «ταυτότητα – αναγκαστικές επιλογές».
Σύμφωνα με αυτό το σχήμα η ταυτότητα, δηλαδή η στρατηγική, η επιθυμία, η συνειδησιακή κατάσταση του Αλέξη Τσίπρα και των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ παραμένει αριστερή. Όμως αναγκάστηκαν να κάνουν επιλογές για να σώσουν τη χώρα, να μην παραδώσουν την εξουσία στα «μνημονιακά» κόμματα και να προετοιμάσουν όρους για μια «επόμενη μέρα» που θα επιτρέπει «αριστερές πολιτικές».
Βέβαια, οι «αναγκαστικές επιλογές» που έκαναν ήταν και προληπτικά μέτρα ώστε να μην μπορεί κάποιος μετά να εφαρμόσει «αριστερές πολιτικές». Αυτό είναι το ανυπέρβλητο όριο της ιδιότυπης ισορροπίας σε τεντωμένο σκοινί που δηλώνουν ότι επιλέγουν.
Όμως αυτό που παραλείπουν να πουν είναι ότι τελικά ένα πολιτικό κόμμα είναι αυτά που κάνει και όχι αυτά που λέει (ή νομίζει) ότι είναι. Οι ταυτότητες ανασημασιοδοτούνται από τις πρακτικές και τις επιλογές.
Κατά συνέπεια, έτσι εύλογο είναι να υποθέσουμε ότι ολοένα και περισσότερο ο ΣΥΡΙΖΑ θα γίνεται αυτό που κάνει: ένα κόμμα που εφαρμόζει «συστημικές επιλογές», μια παραλλαγή πάνω στο μοτίβο της σύγχρονης «κεντροαριστεράς» που συναντά όλο και μεγαλύτερη δυσκολία να ορίσει τη διαχωριστική γραμμή από την κεντροδεξιά.
in.gr