Στις 18 Ιουνίου 1815 διεξήχθη ως γνωστόν η καθοριστικής σημασίας για τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη αλλά και τη μοίρα ολόκληρης της γηραιάς ηπείρου Μάχη του Βατερλώ.
Για τη συντριπτική ήττα που σημάδεψε τη ζωή του ως ανθρώπου και αυτοκράτορα ο Ναπολέων είπε αργότερα τα εξής:
«Η δόξα μου δε βρίσκεται στις σαράντα νίκες, ούτε στο πώς επέβαλα τη θέλησή μου σε βασιλιάδες. Το Βατερλώ θα σβήσει τη θύμηση πολλών νικών. Η τελευταία πράξη μάς κάνει να ξεχνάμε την πρώτη».
Κι ακόμη:
«Αν σκοτωνόμουν στο Μόσκοβα, θα ’χα πεθάνει όπως ο Αλέξανδρος. Αν είχα σκοτωθεί στο Βατερλώ, θα ’ταν κι αυτός ένας καλός θάνατος. Κι ακόμα καλύτερος ίσως αν σκοτωνόμουν στη Δρέσδη. Μα όχι, καλύτερα να πέθαινα στο Βατερλώ. Η αγάπη του λαού, οι θλίψεις του!»
Ιδού πώς περιγράφει τα της ιστορικής μάχης ο Έμιλ Λούντβιχ στο σπουδαίο σύγγραμμά του «Ναπολέων» (εκδόσεις Γκοβόστη):
Τη βαθύτερη αιτία της καταστροφής του πρέπει να τη ζητήσουμε στη φθορά του οργανισμού του. Η αρρώστιά του, εξασθενώντας τη δραστηριότητά του, είναι κείνη που τον εμποδίζει να επιτεθεί αμέσως μόλις ξημέρωσε στο Βατερλώ. Είναι Ιούνιος κι ο ήλιος ανατέλλει στις τέσσερις. Αν οι Πρώσοι μπορούν να βαδίσουν πάνω στους λασπωμένους απ’ τη βροχή δρόμους, τα γαλλικά στρατεύματα, πιο εμπειροπόλεμα, μπορούν κι αυτά να κάνουν το ίδιο. Ο Ναπολέων όμως, που διαθέτει καλά στρατεύματα, περιμένει ως το μεσημέρι για να στήσει τις πυροβολαρχίες του σε πιο στεγνό έδαφος. Στην Ιένα, τον Οκτώβρη, μόλις χάραξε η μέρα μέσα από μια πυκνή ομίχλη, επιθεώρησε τα στρατεύματά του και αιφνιδίασε τον εχθρό, που ήταν ακόμα μισοκοιμισμένος. Σήμερα ο Ναπολέων περιμένει να ’ρθει το μεσημέρι.
Αυτή η μισής μέρας αργοπορία θα ’ναι γι’ αυτόν μοιραία.
Ο Αυτοκράτορας πηγαίνει σε ένα ύψωμα που ονομάζεται Λα Μπελ Αλιάνς, παρατάσσει τα στρατεύματά του σε τρεις γραμμές και μιλώντας τους, όπως συνήθως, με παλλόμενες φράσεις τούς αναγγέλλει πως θέλει να φτάσει ως τις Βρυξέλλες. Έχει κιόλας στην τσέπη του την προκήρυξη προς τους Βέλγους. Έχασε όμως πολύτιμες ώρες.
Το απόγευμα, μες στην καρδιά της μάχης, του αναγγέλλουν πως έρχεται το στρατιωτικό σώμα του Μπύλοβ. Ο Αυτοκράτορας χλωμιάζει, αναφέρουν οι μάρτυρες. Στέλνει στον Γκρουσύ διαταγή να υποχωρήσει, θα φτάσει όμως έγκαιρα αυτή η διαταγή; Ο εχθρός θα τον αφήσει να κάνει την υποχώρησή του κανονικά;
Είναι ζήτημα ωρών. Πρέπει να νικηθούν οι Άγγλοι πριν φτάσουν οι Πρώσοι. Ο Αυτοκράτορας διατάζει το ιππικό να χτυπήσει το κέντρο. Οι Άγγλοι κρατούν γερά. Θα ρίξει στη μάχη και την Παλιά Φρουρά; Όχι ακόμα. Κι όμως, ο Μπύλοβ άρχισε κιόλας πυρ. Πρέπει με κάθε τρόπο να εξασφαλιστεί η δυνατότητα μιας υποχώρησης, αλλιώς ο γαλλικός στρατός θα καταστραφεί. Οι Άγγλοι πιέζονται κι είναι έτοιμοι να λυγίσουν. Είναι 5 η ώρα. Ο Ουέλινγκτον στέλνει στους Πρώσους αυτό το μήνυμα: «Αν το πρωσικό στρατιωτικό σώμα δε συνεχίσει την πορεία του και δεν επιτεθεί αμέσως, η μάχη θα χαθεί». Είναι η στιγμή που πρέπει να εκβιαστεί η νίκη. Μα ο Ναπολέων, από σύνεση, κρατά ακόμα έξω απ’ τη μάχη την Παλιά του Φρουρά. Εκεί κάτω, το δεύτερο πρωσικό σώμα μπήκε στη μάχη.
Τρομερή στιγμή. Η τύχη του εξαρτάται απ’ την απόφαση που θα πάρει. Τέλος, στις 7 η ώρα, ο Ναπολέων αποφασίζει να ρίξει στη μάχη τις τελευταίες πέντε χιλιάδες γρεναδιέρους του, τους πιο γέρους. Μέτρο απελπισίας.
«Ζήτω ο Αυτοκράτορας!»
Η κραυγή που είχε συγκλονίσει ολάκερη την Ευρώπη. Σε λιγότερο από δέκα χρόνια είχε γίνει θρυλική. Θα χάσει απόψε τη μαγική της δύναμη; Κι όμως, οι αετοί του Μαρέγκο είναι πάντα εκεί, μα τίποτα δεν είναι αθάνατο. Κι αυτή η κραυγή αντηχούσε για στερνή φορά.
Το δεύτερο πρωσικό σώμα περικυκλώνει τη Φρουρά, που αρχίζει να λυγίζει. Οι εχθρικές δυνάμεις ενισχύονται. Στις 8 το τρίτο πρωσικό σώμα μπαίνει στη μάχη: 120.000 Σύμμαχοι χτυπούν τώρα τους Γάλλους, που αριθμητικά είναι οι μισοί απ’ αυτούς. Η Μεγάλη Στρατιά υποχωρεί αποδεκατισμένη, κι ο Βοναπάρτης, τη μέρα της τελευταίας μάχης του, βλέπει για πρώτη φορά τους στρατιώτες του να φεύγουν πανικόβλητοι.
Ο Αυτοκράτορας αφήνει το σημείο όπου, μιαν ώρα τώρα, ήταν εκτεθειμένος στα πυρά των Άγγλων, για να πάρει θέση μέσα σε ένα απ’ τα δυο τετράγωνα που αντιστέκονται ακόμα. Μόλις συνετρίβησαν κι αυτά, πηγαίνει καλπάζοντας στις πίσω γραμμές, με μόνη συνοδεία μερικούς έφιππους γρεναδιέρους. Αν και πονά φριχτά, είναι υποχρεωμένος να μείνει καβάλα ως τις 5 το πρωί, ώσπου να ξαναβρεί την άμαξά του, όπου ησυχάζει επιτέλους για λίγες ώρες.
Το ηθικό του Αυτοκράτορα είναι τάχα πολύ τσακισμένο;
Καθόλου. Τι λέει το Παρίσι; Αυτή η σκέψη τον στηρίζει. Δε σκέφτεται μάλιστα, όπως την περασμένη χρονιά, να ανασυγκροτήσει τη Φρουρά του στη Λαόν ή στο Σουασόν, ή να πάρει άντρες απ’ τα οχυρά. Σκέφτεται μονάχα το Παρίσι, πηγή νέων ενισχύσεων. Μπορούν να κινητοποιηθούν ακόμα 150.000 άντρες, που μαζί με τους Εθνοφύλακες μάς κάνουν 300.000, κι έτσι θα νικήσει τον εχθρό. Οι λέξεις «θάρρος», «σταθερότητα» φιγουράρουν στην τελευταία ημερήσια διαταγή που στέλνει στο Παρίσι.
Δυο μέρες αργότερα ο Ναπολέων ξαναγύρισε στα Ηλύσια, την καινούρια του διαμονή. Αυτή η εκστρατεία ήταν ένα κακό όνειρο; Μέσα σε εννιά μέρες ο Ναπολέων έχασε την Αυτοκρατορία που χρειάστηκε εννιά χρόνια για να την κατακτήσει.