Στην εποχή όπου οι εναλλαγές των κομμάτων στην εξουσία στηρίζονται περισσότερο στη δυσαρέσκεια για τα πεπραγμένα των απερχόμενων κυβερνήσεων παρά στη θετική ανταπόκριση για τα προγράμματα των διαδόχων τους, οι εκλογές κρίνονται περισσότερο στη γενική αισθητική και στην αποφυγή της κακοτοπιάς.
Αυτό ισχύει σε μεγάλο βαθμό και για την προεκλογική εκστρατεία της Νέας Δημοκρατίας. Τροφοδοτημένα από την ηχηρή αποδοκιμασία της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα, τη συσπείρωση της κεντροδεξιάς ενόψει της επιστροφής στην εξουσία και το θετικό αντίκτυπο ορισμένων υποσχέσεων όπως η μείωση των φόρων και η επένδυση στην «ασφάλεια», η ΝΔ κυρίως θέλει να κερδίσει τις εκλογές αποφεύγοντας οτιδήποτε θα μπορούσε να έχει κόστος ή να αποτελέσει αφορμή για να ξεδιπλώσει τη δική της πολεμική η κυβέρνηση.
Άλλωστε, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κάνει σαφές ότι θέλει μια προεκλογική εκστρατεία «σκληρού ροκ», με έμφαση στην καλλιέργεια ενός ορισμένου φόβου για το ενδεχόμενο η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη να ακυρώσει τα έστω και λιγοστά φιλολαϊκά μέτρα θέσπισε η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, την ώρα που Η ΝΔ κυρίως θέλει να καθησυχάσει αυτά τα κομμάτια.
Όμως, κάποια στιγμή οι εκλογές θα τελειώσουν και τότε η ΝΔ θα έρθει αντιμέτωπη με την πρόκληση του κάνει πράξη την υπόσχεσή της ότι μπορεί να οδηγήσει τη χώρα σε ένα δρόμο σταθερότητας και ανάπτυξης.
Η μείωση της φορολογίας δεν αρκεί
Η ΝΔ έχει επενδύσει πολύ σε συγκεκριμένους στόχους για τη μείωση της φορολογίας, ιδίως από τη στιγμή που αυτή αποτελεί από μόνη της μια σημαντική παράμετρο της διάχυτης λαϊκής δυσαρέσκειας
Προφανώς και η μείωση της φορολογίας θα ανακουφίσει τα νοικοκυριά και θα προσφέρει μια κρίσιμη επιπλέον ρευστότητα στις επιχειρήσεις, όμως θα ήταν λάθος να το πούμε ότι αυτόματα θα φέρει και επενδύσεις και ανάπτυξη.
Είναι αλήθεια ότι έχει υποστηριχθεί πολλές φορές αυτή η θέση που απηχεί περισσότερο την ιδεολογική τοποθέτηση ότι το κράτος απομυζά πόρους και δεν επιτρέπει στην επιχειρηματικότητα να ξεδιπλωθεί, παρά την πραγματικότητα της οικονομίας.
Γιατί η πραγματικότητα της οικονομίας δείχνει ότι η ύπαρξη του επιπλέον διαθέσιμου εισοδήματος από τη μείωση της φορολογίας είναι μία και ίσως όχι η βασικότερη προϋπόθεση για να υπάρξουν επενδύσεις και ανάπτυξη.
Τι σημαίνει προσέλκυση επενδύσεων;
Η προσέλκυση επενδύσεων έχει αναγορευτεί σε βασικό στόχο και από τους δύο μονομάχους των εκλογών στις 7 Ιουλίου. Πράγμα λογικό αφού μόνο εάν δημιουργηθούν νέες παραγωγικές μονάδες ή επεκταθούν οι υπάρχουσες μπορούμε να μιλάμε και για υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και αύξηση των θέσεων απασχόλησης.
Αυτή δεν αφορά μόνο το ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς. Ή, για να το πούμε διαφορετικά, το ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς είναι μία από τις παραμέτρους και σε τελική ανάλυση όλοι σχεδόν οι «αναπτυξιακοί νόμοι» περιλάμβαναν τη μία ή την άλλη παραλλαγή ευνοϊκότερου φορολογικού καθεστώτος.
Πολύ πιο σημαντικές παράμετροι είναι η ύπαρξη πραγματικά αξιοποιήσιμων επιδοτήσεων από εθνικούς και ευρωπαϊκούς πόρους, που μπορούν να τροφοδοτήσουν την αγορά εξοπλισμού και εγκαταστάσεων, η πρόσβαση σε σχετικά φτηνό τραπεζικό δανεισμό που θα επιτρέψει και την επένδυση και την αρχική λειτουργία μιας επιχείρησης, συμπεριλαμβανομένης και της ύπαρξης μορφών venture capital, και η ύπαρξη των αναγκαίων υποδομών. Για παράδειγμα εάν μιλάμε για επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας η το εάν υπάρχει ή όχι πλήρης υποδομή σε ό,τι αφορά τα δίκτυα είναι πιο σημαντική παράμετρος από τα κλασικά κίνητρα.
Το ίδιο ισχύει και για την ανάγκη ακόμη μεγαλύτερης επένδυσης στην παιδεία και την έρευνα μια που εκεί μπορούν να διαμορφωθούν τα πραγματικά συγκριτικά πλεονεκτήματα.
Μόνο που όλα αυτά εν μέρει προσκρούουν και στις απαιτήσεις των δανειστών. Αυτή θα είναι μια εξαιρετικά δύσκολη διαπραγμάτευση με τους «θεσμούς» γιατί είναι προφανές ότι χωρίς μείωση των υπερβολικών πρωτογενών πλεονασμάτων ούτε δημοσιονομικός χώρος για μειώσεις φορολογίας υπάρχει, ούτε περιθώριο για αύξηση της δημόσιας δαπάνης.
Αντιμετώπιση των πραγματικών εμποδίων στην επιχειρηματικότητα
Την ίδια στιγμή χρειάζεται μια πιο συγκεκριμένη προσέγγιση σε αυτό που συνήθως ονομάζουμε «εμπόδια στην επιχειρηματικότητα και στις επενδύσεις», κάτι στο οποίο επιμένει ιδιαίτερα και η Νέα Δημοκρατία.
Η αυθόρμητη αντίδραση ακόμη και ανθρώπων της αγοράς είναι «φταίει η αρχαιολογία και τα δασαρχεία», υπονοώντας ότι το βασικό πρόβλημα είναι η νομοθεσία για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς και του περιβάλλοντος.
Στην πραγματικότητα, το πρόβλημα δεν είναι οι όροι προστασίας και των μνημείων και του περιβάλλοντος, αλλά ο τρόπος που η εξέταση ή και προσαρμογή μιας επένδυσης σε αυτούς μπορεί να πάρει πολύ καιρό εξαιτίας συχνά και της υποστελέχωσης των σχετικών υπηρεσιών ή της απουσίας εκείνων των υποδομών που θα επέτρεπαν και την ταχύτερη διεκπεραίωση.
Μια ενίσχυση των σχετικών υπηρεσιών και των υποδομών τους θα μπορούσε να αποτελέσει στην πραγματικότητα τρόπο να ξεμπλοκαριστούν επενδύσεις, παράλληλα φυσικά με τον περιορισμό αμιγώς γραφειοκρατικών διαδικασιών.
Όμως, χρειάζεται ταυτόχρονα και μια εκ νέου ιεράρχηση των επενδυτικών προτεραιοτήτων. Από τις νέες τεχνολογίες (στις οποίες η Ελλάδα έχει το πλεονέκτημα ενός εξαιρετικά καταρτισμένου επιστημονικού δυναμικού) μέχρι τις σύγχρονες μορφές φιλικής προς το περιβάλλον γεωργίας, συνολικά η έμφαση σε προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας, υπάρχει πλήθος πεδίων στο οποίο «η αρχαιολογία και το δασαρχείο» απλώς δεν υπεισέρχονται.
Η πρόκληση της δημιουργίας θέσεων απασχόλησης
Μία από τις παραμέτρους που στοίχησαν στον ΣΥΡΙΖΑ και εξηγούν τη μεταστροφή δεν ήταν ότι παρότι η ανεργία μειώθηκε σε απόλυτους όρους, βοηθούσης και της μετανάστευσης, οι περισσότερες θέσεις ήταν ελαστικές και επισφαλείς.
Αυτό εν πολλοίς αντανακλούσε και εμμονές των δανειστών που επέμειναν ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να αποκτήσει πρωτίστως «ανταγωνιστικό πλεονέκτημα» ως προς το κόστος εργασίας, παραβλέποντας ότι πάντα οι γειτονικές βαλκανικές χώρες θα υπερτερούν ως προς αυτό.
Αυτό σημαίνει ότι η πρόκληση είναι εκείνες οι επενδύσεις σε εκείνους τους τομείς που θα δημιουργούν θέσεις πλήρους και καλά αμειβόμενης απασχόλησης. Και αυτό σημαίνει ότι το πρόβλημα δεν είναι η εργατική νομοθεσία, όπως κάποιες φορές ακόμη και μερίδες εργοδοτών υποστηρίζουν.
Η εμπειρία δείχνει ότι η όποια αναγκαία ευελιξία μπορεί να συνυπάρξει με το σεβασμό των δικαιωμάτων, γιατί διαφορετικά ένα μοντέλο πλήρους απελευθέρωσης και χαμηλής αμοιβής μάλλον θα τροφοδοτήσει την τάση μετανάστευσης παρά θα ανακόψει το brain drain.
Η κοινωνική δυσαρέσκεια θα παραμονεύει από την πρώτη στιγμή
Η Νέα Δημοκρατία θα κάνει λάθος εάν πιστεύει ότι θα έχει μια μακρά περίοδο χάρητος. Η κοινωνία θα θέλει να δει άμεσα αποτελέσματα και την ίδια στιγμή δεν έχει καμία διάθεση να δει να χάνει τα όποια ανακουφιστικά μέτρα μπόρεσαν να θεσπιστούν τα προηγούμενα χρόνια. Ακόμη περισσότερο δεν θα ήθελε να δει πρακτικές που να παραπέμπουν είτε σε κοινωνικό και πολιτικό ρεβανσισμό είτε στην προσπάθεια να γίνουν πράξη εμμονές.
Θέλει να δει συγκεκριμένα βήματα, τολμηρά αλλά και αποτελεσματικά που να μπορούν να οδηγήσουν σε οικονομική ανάπτυξη αλλά και απομάκρυνση από τον εγκλωβισμό μεγάλων τμημάτων της κοινωνίας σε έναν διαρκή αγώνα για μια επισφαλή επιβίωση. Εάν δεν τα δει, το ενδεχόμενο κοινωνικών εκρήξεων είναι πάρα πολύ πραγματικό.
Αυτή θα είναι και η πραγματική δοκιμασία για την ΝΔ
in.gr
Αυτό ισχύει σε μεγάλο βαθμό και για την προεκλογική εκστρατεία της Νέας Δημοκρατίας. Τροφοδοτημένα από την ηχηρή αποδοκιμασία της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα, τη συσπείρωση της κεντροδεξιάς ενόψει της επιστροφής στην εξουσία και το θετικό αντίκτυπο ορισμένων υποσχέσεων όπως η μείωση των φόρων και η επένδυση στην «ασφάλεια», η ΝΔ κυρίως θέλει να κερδίσει τις εκλογές αποφεύγοντας οτιδήποτε θα μπορούσε να έχει κόστος ή να αποτελέσει αφορμή για να ξεδιπλώσει τη δική της πολεμική η κυβέρνηση.
Άλλωστε, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κάνει σαφές ότι θέλει μια προεκλογική εκστρατεία «σκληρού ροκ», με έμφαση στην καλλιέργεια ενός ορισμένου φόβου για το ενδεχόμενο η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη να ακυρώσει τα έστω και λιγοστά φιλολαϊκά μέτρα θέσπισε η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, την ώρα που Η ΝΔ κυρίως θέλει να καθησυχάσει αυτά τα κομμάτια.
Όμως, κάποια στιγμή οι εκλογές θα τελειώσουν και τότε η ΝΔ θα έρθει αντιμέτωπη με την πρόκληση του κάνει πράξη την υπόσχεσή της ότι μπορεί να οδηγήσει τη χώρα σε ένα δρόμο σταθερότητας και ανάπτυξης.
Η μείωση της φορολογίας δεν αρκεί
Η ΝΔ έχει επενδύσει πολύ σε συγκεκριμένους στόχους για τη μείωση της φορολογίας, ιδίως από τη στιγμή που αυτή αποτελεί από μόνη της μια σημαντική παράμετρο της διάχυτης λαϊκής δυσαρέσκειας
Προφανώς και η μείωση της φορολογίας θα ανακουφίσει τα νοικοκυριά και θα προσφέρει μια κρίσιμη επιπλέον ρευστότητα στις επιχειρήσεις, όμως θα ήταν λάθος να το πούμε ότι αυτόματα θα φέρει και επενδύσεις και ανάπτυξη.
Είναι αλήθεια ότι έχει υποστηριχθεί πολλές φορές αυτή η θέση που απηχεί περισσότερο την ιδεολογική τοποθέτηση ότι το κράτος απομυζά πόρους και δεν επιτρέπει στην επιχειρηματικότητα να ξεδιπλωθεί, παρά την πραγματικότητα της οικονομίας.
Γιατί η πραγματικότητα της οικονομίας δείχνει ότι η ύπαρξη του επιπλέον διαθέσιμου εισοδήματος από τη μείωση της φορολογίας είναι μία και ίσως όχι η βασικότερη προϋπόθεση για να υπάρξουν επενδύσεις και ανάπτυξη.
Τι σημαίνει προσέλκυση επενδύσεων;
Η προσέλκυση επενδύσεων έχει αναγορευτεί σε βασικό στόχο και από τους δύο μονομάχους των εκλογών στις 7 Ιουλίου. Πράγμα λογικό αφού μόνο εάν δημιουργηθούν νέες παραγωγικές μονάδες ή επεκταθούν οι υπάρχουσες μπορούμε να μιλάμε και για υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και αύξηση των θέσεων απασχόλησης.
Αυτή δεν αφορά μόνο το ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς. Ή, για να το πούμε διαφορετικά, το ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς είναι μία από τις παραμέτρους και σε τελική ανάλυση όλοι σχεδόν οι «αναπτυξιακοί νόμοι» περιλάμβαναν τη μία ή την άλλη παραλλαγή ευνοϊκότερου φορολογικού καθεστώτος.
Πολύ πιο σημαντικές παράμετροι είναι η ύπαρξη πραγματικά αξιοποιήσιμων επιδοτήσεων από εθνικούς και ευρωπαϊκούς πόρους, που μπορούν να τροφοδοτήσουν την αγορά εξοπλισμού και εγκαταστάσεων, η πρόσβαση σε σχετικά φτηνό τραπεζικό δανεισμό που θα επιτρέψει και την επένδυση και την αρχική λειτουργία μιας επιχείρησης, συμπεριλαμβανομένης και της ύπαρξης μορφών venture capital, και η ύπαρξη των αναγκαίων υποδομών. Για παράδειγμα εάν μιλάμε για επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας η το εάν υπάρχει ή όχι πλήρης υποδομή σε ό,τι αφορά τα δίκτυα είναι πιο σημαντική παράμετρος από τα κλασικά κίνητρα.
Το ίδιο ισχύει και για την ανάγκη ακόμη μεγαλύτερης επένδυσης στην παιδεία και την έρευνα μια που εκεί μπορούν να διαμορφωθούν τα πραγματικά συγκριτικά πλεονεκτήματα.
Μόνο που όλα αυτά εν μέρει προσκρούουν και στις απαιτήσεις των δανειστών. Αυτή θα είναι μια εξαιρετικά δύσκολη διαπραγμάτευση με τους «θεσμούς» γιατί είναι προφανές ότι χωρίς μείωση των υπερβολικών πρωτογενών πλεονασμάτων ούτε δημοσιονομικός χώρος για μειώσεις φορολογίας υπάρχει, ούτε περιθώριο για αύξηση της δημόσιας δαπάνης.
Αντιμετώπιση των πραγματικών εμποδίων στην επιχειρηματικότητα
Την ίδια στιγμή χρειάζεται μια πιο συγκεκριμένη προσέγγιση σε αυτό που συνήθως ονομάζουμε «εμπόδια στην επιχειρηματικότητα και στις επενδύσεις», κάτι στο οποίο επιμένει ιδιαίτερα και η Νέα Δημοκρατία.
Η αυθόρμητη αντίδραση ακόμη και ανθρώπων της αγοράς είναι «φταίει η αρχαιολογία και τα δασαρχεία», υπονοώντας ότι το βασικό πρόβλημα είναι η νομοθεσία για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς και του περιβάλλοντος.
Στην πραγματικότητα, το πρόβλημα δεν είναι οι όροι προστασίας και των μνημείων και του περιβάλλοντος, αλλά ο τρόπος που η εξέταση ή και προσαρμογή μιας επένδυσης σε αυτούς μπορεί να πάρει πολύ καιρό εξαιτίας συχνά και της υποστελέχωσης των σχετικών υπηρεσιών ή της απουσίας εκείνων των υποδομών που θα επέτρεπαν και την ταχύτερη διεκπεραίωση.
Μια ενίσχυση των σχετικών υπηρεσιών και των υποδομών τους θα μπορούσε να αποτελέσει στην πραγματικότητα τρόπο να ξεμπλοκαριστούν επενδύσεις, παράλληλα φυσικά με τον περιορισμό αμιγώς γραφειοκρατικών διαδικασιών.
Όμως, χρειάζεται ταυτόχρονα και μια εκ νέου ιεράρχηση των επενδυτικών προτεραιοτήτων. Από τις νέες τεχνολογίες (στις οποίες η Ελλάδα έχει το πλεονέκτημα ενός εξαιρετικά καταρτισμένου επιστημονικού δυναμικού) μέχρι τις σύγχρονες μορφές φιλικής προς το περιβάλλον γεωργίας, συνολικά η έμφαση σε προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας, υπάρχει πλήθος πεδίων στο οποίο «η αρχαιολογία και το δασαρχείο» απλώς δεν υπεισέρχονται.
Η πρόκληση της δημιουργίας θέσεων απασχόλησης
Μία από τις παραμέτρους που στοίχησαν στον ΣΥΡΙΖΑ και εξηγούν τη μεταστροφή δεν ήταν ότι παρότι η ανεργία μειώθηκε σε απόλυτους όρους, βοηθούσης και της μετανάστευσης, οι περισσότερες θέσεις ήταν ελαστικές και επισφαλείς.
Αυτό εν πολλοίς αντανακλούσε και εμμονές των δανειστών που επέμειναν ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να αποκτήσει πρωτίστως «ανταγωνιστικό πλεονέκτημα» ως προς το κόστος εργασίας, παραβλέποντας ότι πάντα οι γειτονικές βαλκανικές χώρες θα υπερτερούν ως προς αυτό.
Αυτό σημαίνει ότι η πρόκληση είναι εκείνες οι επενδύσεις σε εκείνους τους τομείς που θα δημιουργούν θέσεις πλήρους και καλά αμειβόμενης απασχόλησης. Και αυτό σημαίνει ότι το πρόβλημα δεν είναι η εργατική νομοθεσία, όπως κάποιες φορές ακόμη και μερίδες εργοδοτών υποστηρίζουν.
Η εμπειρία δείχνει ότι η όποια αναγκαία ευελιξία μπορεί να συνυπάρξει με το σεβασμό των δικαιωμάτων, γιατί διαφορετικά ένα μοντέλο πλήρους απελευθέρωσης και χαμηλής αμοιβής μάλλον θα τροφοδοτήσει την τάση μετανάστευσης παρά θα ανακόψει το brain drain.
Η κοινωνική δυσαρέσκεια θα παραμονεύει από την πρώτη στιγμή
Η Νέα Δημοκρατία θα κάνει λάθος εάν πιστεύει ότι θα έχει μια μακρά περίοδο χάρητος. Η κοινωνία θα θέλει να δει άμεσα αποτελέσματα και την ίδια στιγμή δεν έχει καμία διάθεση να δει να χάνει τα όποια ανακουφιστικά μέτρα μπόρεσαν να θεσπιστούν τα προηγούμενα χρόνια. Ακόμη περισσότερο δεν θα ήθελε να δει πρακτικές που να παραπέμπουν είτε σε κοινωνικό και πολιτικό ρεβανσισμό είτε στην προσπάθεια να γίνουν πράξη εμμονές.
Θέλει να δει συγκεκριμένα βήματα, τολμηρά αλλά και αποτελεσματικά που να μπορούν να οδηγήσουν σε οικονομική ανάπτυξη αλλά και απομάκρυνση από τον εγκλωβισμό μεγάλων τμημάτων της κοινωνίας σε έναν διαρκή αγώνα για μια επισφαλή επιβίωση. Εάν δεν τα δει, το ενδεχόμενο κοινωνικών εκρήξεων είναι πάρα πολύ πραγματικό.
Αυτή θα είναι και η πραγματική δοκιμασία για την ΝΔ
in.gr